εφημερίδα ΕΠΟΧΗ, 20.1.08
Του Κωστή Χατζημιχάλη
Μέσα στον ορυμαγδό των σκανδάλων της κεντρικής πολιτικής σκηνής που επισκιάζουν τη σταθερή περιβαλλοντική υποβάθμιση που βιώνουμε, να και ένα καλό νέο. Όπως έγραψαν στην ΕΠΟΧΗ της προηγούμενης Κυριακής οι Γ. Γκόνης και Π. Κλαυδιανός, το ΣτΕ χαρακτήρισε αντισυνταγματικό το νομοσχέδιο για την Π.Ο.Τ.Α Μεσσηνίας (Περιοχή Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης). Το ΣτΕ έχει ένα εκτεταμένο σκεπτικό αλλά από τα σημαντικότερα σημεία του είναι (α) η έλλειψη συνολικού χωροταξικού προγραμματισμού και (β) η αναμενόμενη υποβάθμιση των βιότοπων που περιλαμβάνονται στη περιοχή της Πύλου. Η απόφαση αυτή πρακτικά σημαίνει ότι τα σχέδια της εταιρίας TEMES S.A. συμφερόντων της εφοπλιστικής οικογένειας Κωνσταντακόπουλου, είναι πρακτικά στον αέρα, παρά το γεγονός ότι οι εργασίες (κυρίως χωματουργικά έργα) συνεχίζονται καταστρέφοντας το τοπίο της Πυλίας.
Η απόφαση του ΣτΕ έρχεται να δικαιώσει τις αντιστάσεις και την αξιοπρέπεια της τοπικής κίνησης πολιτών ΚΙΝΩ με έδρα την Πύλο, η οποία εδώ και χρόνια με τις μικρές της δυνάμεις αντιστέκεται επίμονα και με συνέπεια στις «αναπτυξιακές» πρωτοβουλίες της εταιρίας και της πολιτικής εξουσίας. Η ΚΙΝΩ πληροφορώντας την τοπική κοινωνία, εκδίδοντας μια πολύ καλή μικρή εφημερίδα, διοργανώνοντας ημερίδες και, το κυριότερο, αντιστεκόμενη στις κάθε είδους πολιτικές και προσωπικές πιέσεις, κέρδισε την εμπιστοσύνη των ντόπιων και έθεσε το αίτημα της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης σε άλλη βάση.
Η απόφαση του ΣτΕ έρχεται επίσης να αμφισβητήσει, όπως σωστά σημείωσε και ο Παύλος Κλαυδιανός, και την ευρύτερη τουριστική/αναπτυξιακή πολιτική της ΝΔ, η οποία συνεχίζοντας τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ (η κα Παπανδρέου ως ΥΠΕΧΩΔΕ ήταν η εμπνεύστρια της ΠΟΤΑ), έχει θέσει ως στόχο σήμερα τη μετατροπή των παράκτιων περιοχών της χώρας σε περιοχές εντατικής και εκτατικής τουριστικής ανάπτυξης με αιχμές τα γήπεδα γκολφ, τα μεγάλα πολυτελή τουριστικά ξενοδοχεία και τις παραθεριστικές κατοικίες. Αυτός είναι ο άξονας που κινούνται το λεγόμενο «Ειδικό Χωροταξικό για τον Τουρισμό», τα κίνητρα για επενδύσεις σε γκολφ και το νομοσχέδιο για τις παραθεριστικές κατοικίες. Με πρόφαση την ενίσχυση καθυστερημένων περιοχών το «Ειδικό Χωροταξικό» προτείνει ως περιοχές προτεραιότητας μεταξύ άλλων (εντελώς τυχαία υποθέτω!) τη Πυλία και την επαρχία Σητείας, όπου στη περιοχή Κάβο Σίδερο σχεδιάζεται μια ακόμη τεράστια παρόμοια επένδυση με πολλά γήπεδα γκολφ, ξενοδοχεία, συνεδριακά κέντρα και παραθεριστικές κατοικίες. Δεν είναι, τέλος, απλή σύμπτωση ότι και οι δύο αυτές περιοχές, οι οποίες αποτελούν τις ναυαρχίδες της αντίστοιχης κυβερνητικής πολιτικής, περιέχουν η ταυτίζονται με περιοχές NATURA.
Γιατί όμως αυτή η πρεμούρα για παρόμοιες επενδύσεις; Όπως είναι γνωστό το πρότυπο που είχε στηριχθεί μέχρι τη δεκαετία του 1990 ο τουρισμός στην Ελλάδα, ήταν οι επενδύσεις από μικρές και μεσαίες οικογενειακές μονάδες συχνά χαμηλής ποιότητας και από λίγες μεγάλες επιχειρήσεις σε όλους τους υποκλάδους. Οι μονάδες αυτές είχαν μια σημαντική συμπληρωματικότητα και δημιούργησαν κατά μήκος των ακτών ένα πυκνό δίκτυο δραστηριοτήτων σχετικά ενταγμένων στην τοπική οικονομία με πολλές διασυνδέσεις «προς τα πίσω», τις προμήθειες και τους μισθούς και «προς τα μπρος», τις υπηρεσίες προς άλλες επιχειρήσεις. Ήταν μια εντατική και εκτατική μεγέθυνση του τουριστικού κλάδου με σημαντικές θετικές επιπτώσεις στα τοπικά εισοδήματα. Όμως το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος ήταν ιδιαίτερο βαρύ από την αλόγιστη και συχνά αυθαίρετη δόμηση στα 4 στρέμματα, από τις μεγάλες πυκνότητες, από την καταστροφή της αγροτικής γης, του υδροφόρου ορίζοντα και των παραδοσιακών οικισμών και, τέλος, από τις θέσεις εργασίας χαμηλής εξειδίκευσης και υψηλής ανασφάλειας που απαιτεί ο κλάδος και μιας νοοτροπίας «αρπαχτής» που χαρακτηρίζει τις τουριστικές κοινότητες.
Η νέα τουριστική πολιτική υποτίθεται ότι έρχεται να αναβαθμίσει τα τουριστικά δεδομένα εισάγοντας στην ελληνική αγορά ένα νέο πρότυπο γνωστό ήδη στο εξωτερικό. Ο τουρισμός δεν προσεγγίζεται πλέον ως «προϊόν» ή ως «υπηρεσία», αλλά ως «συνολική εμπειρία»: είναι το αποτέλεσμα της ικανοποίησης του τουρίστα από τη δράση του ως καταναλωτή/ρια, όχι μόνο από την ποιότητα/ποσότητα αυτού που πληρώνει, αλλά κυρίως από τη διαδικασία μέσω της οποίας βιώνει την εμπειρία της κατανάλωσης. Ο τόπος της τουριστικής εμπειρίας και η οργάνωση των νέων μονάδων έχουν προφανώς καθοριστικό ρόλο. Έτσι οι τουριστικές επενδύσεις μετά το 1990 διεθνώς, δίνουν (υποτίθεται) μεγάλη προσοχή στη διαφύλαξη της ποιότητας (περιβαλλοντικής, αισθητικής και κοινωνικής) των τόπων όπου θα γίνουν οι επενδύσεις, είναι μεγάλες σε κλίμακα (αριθμό δωματίων, πολυμορφία παρεχομένων εξυπηρετήσεων), είναι πολυτελής και προσπαθούν να έχουν πελατεία όλο το χρόνο. Δεν είναι τυχαίο ότι στο νέο πρότυπο, εκτός από τα συνεδριακά και ιατρικά κέντρα, τις αθλητικές δραστηριότητες, τις θαλασσοθεραπίες, κα., υπάρχουν πάντα γήπεδα γκολφ και παραθεριστικές κατοικίες για αγορά ή ενοικίαση, δεδομένα που διευρύνουν τη χρονική λειτουργία των μονάδων και προσελκύουν υψηλότερα εισοδήματα. Όπως δείχνει η εμπειρία από της Ισπανία – και ευχαριστώ τον Γιώργο Μελισσουργό που μου την έμαθε - η κερδοφορία των μεγάλων τουριστικών επενδύσεων εξαρτάται απόλυτα από αυτή τη συνταγή.
Υπάρχουν όμως δύο σημαντικές προϋποθέσεις για την υλοποίηση παρόμοιων μεγάλων επενδύσεων. Η πρώτη αφορά στη δέσμευση μεγάλων εκτάσεων, άθικτων περιβαλλοντικά, κατά προτίμηση σε απομακρυσμένες περιοχές αλλά με κοντινό αεροδρόμιο και λιμάνι. Ο στόχος των εταιριών είναι η «συνολική εμπειρία» να παραμένει εντός του συγκροτήματος και να περιορίζονται στο ελάχιστο οι διαρροές κερδών εκτός, στοιχείο που διασφαλίζει η μεγάλη έκταση, η πολλαπλότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών και ο έλεγχος που θα ασκεί η εταιρία στους πελάτες της. Το γεγονός ότι τα υδάτινα αποθέματα και στις δύο περιοχές, Πύλο και Κάβο Σίδερο είναι περιορισμένα, ότι υφίσταται ένα Μεσογειακό τοπίο με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που θα καταστραφούν, ότι υπάρχουν εν δράσει κοινωνίες οι οποίες μπορεί και να βιώσουν αρνητικές συνέπειες από τη λειτουργία των νέων μονάδων, αυτά και άλλα σημαντικά αποτελούν ψηλά γράμματα για τις εταιρίες.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η προσαρμογή ή/και η δημιουργία νέου νομοθετικού πλαισίου για την υλοποίηση των νέων επενδύσεων. Τα νομοσχέδια εμφανίζονται πάντα ως γενικά και για τις ευρύτερες εθνικές ανάγκες, δυστυχώς όμως η εμπειρία από τις λίγες μεγάλες επενδύσεις στην Ελλάδα εμφανίζει κάποιες περίεργες συμπτώσεις. Δεν υποστηρίζω εδώ μια εργαλειακή ερμηνεία της κρατικής παρέμβασης η οποία κάνει ότι της πει το μεγάλο κεφάλαιο. Όμως το 1973-75, όταν είχε προταθεί η μετατροπή της Πύλου και του ιστορικού Κόλπου του Ναβαρίνου σε ένα φαραωνικό λιμενοβιομηχανικό συγκρότημα, χρειάστηκαν ειδικές νομοθετικές αλλαγές για να χαρακτηριστούν ως «πόλος βιομηχανικής ανάπτυξης», ενώ η χωροταξική τους ένταξη ήταν ως «περιοχές εντατικής αγροτικής ανάπτυξης και ήπιας τουριστικής». Σήμερα χρειάστηκαν αντίστοιχες νομοθετικές ρυθμίσεις: νέος νόμος για ΠΟΤΑ, νέο χωροταξικό για τον τουρισμό, κίνητρα για γκολφ, νέος νόμος για τη παραθεριστική κατοικία. Και, τέλος, όπως το 1973-75 οι επενδύσεις της βαριάς βιομηχανίας είχαν εμφανιστεί ως η μόνη λύση για τη τοπική και περιφερειακή ανάπτυξη, έτσι και σήμερα ο πολυτελής τουρισμός και τα γκολφ εμφανίζονται ως οι μοναδικοί σωτήρες, υποσχόμενοι νέες υποδομές, αναβάθμιση του περιβάλλοντος και πολλές νέες θέσεις εργασίας. Πως όμως να πιστέψουν αυτές τις εξαγγελίες οι ντόπιοι όταν ήδη από τη φάση των κατασκευών στην οποία συνήθως η τοπική κοινωνία πάντα συμμετέχει, οι εργολάβοι φέρνουν όλα τα υλικά από μακριά (πχ. το χώμα για την επίστρωση των γηπέδων γκολφ έρχεται από την Αίγυπτο !) και το 70% των εργαζομένων είναι οικονομικοί μετανάστες; Όταν οι εκχερσώσεις χιλιάδων παραδοσιακών λιόδεντρων και κυπαρρησιών έχουν καταστρέψει το τοπίο; Όταν, τέλος, ο μικρός ποταμός της περιοχής Σελάς, έτυχε να είναι μέσα στα οικόπεδα της εταιρίας και παράνομα απαλλοτριώνεται;
Είναι εντυπωσιακό πως επαναλαμβάνονται έπειτα από 33 χρόνια οι ίδιοι μύθοι περί ανάπτυξης από τη σημερινή εταιρία, τους συμβούλους της και τη πολιτική εξουσία, σαν μια αρχαία τραγωδία που τη ξαναβλέπουμε από ένα διαφορετικό αλλά το ίδιο μέτριο θίασο με διαφορετικούς πρωταγωνιστές το ίδιο όμως φοβισμένους και ανεπαρκείς. Ευτυχώς όμως υπήρχε και η ΚΙΝΩ και ένα ΣτΕ που στέκεται στο ύψος των περιστάσεων.